6 Δεκ 2013

Κερύνεια ΙΙ


Μια φορά και ένα καιρό ήταν ένα όμορφο ξύλινο σκαρί που έκανε τη διαδρομή Σάμος - Κύπρος μεταφέροντας λάδι, κρασί, ξηρούς καρπούς, είδης οικιακής χρήσης μα κυρίως -όπως άλλωστε και κάθε πλοίο της εποχής του- ιδέες και πολιτισμό. Ανήκε στην κατηγορία "Ολκάς", ιστιοφόρο δηλαδή εμπορικό πλοίο με διαστάσεις 14 μέτρα μήκος και 4,5 μ. πλάτος. Επιβάτες του τέσσερις άνθρωποι, ο Κυβερνήτης, ο Πρωρέας (θυμίζει τον σύγχρονο ύπαρχο/υποπλοίαρχο), ο Τοίραρχος (σαν τον σημερινό φορτωτή) και ο Ναυπηγός (για τις επισκευές των ζημιών).



Το πλοίο αυτό ταξίδευε στα νερά της Μεσογείου ήδη έναν αιώνα πριν την γέννηση του Μ. Αλεξάνδρου και σταμάτησε τα ταξίδια του λίγο μετά τον θάνατό του. Σε ένα από αυτά τα ταξίδια και αφού ξεφόρτωσε το σαμιώτικο λάδι και τις μυλόπετρες από την Νίσυρο στο νησί της Ρόδου, ξαναγέμισε το αμπάρι του με ροδίτικο κρασί σε οξυπύθμενους αμφορείς και έβαλε πλώρη για την Κερύνεια όπου και παρέλαβε αμύγδαλα. Έτσι φορτωμένο με 20 τόνους φορτίο στην ρότα της επιστροφής, και λίγο πιο έξω από τις ακτές της Κερύνειας, το σκάφος πέφτει θύμα πειρατείας λήγοντας με αυτόν τον τρόπο την πολυετή πορεία του στον χρόνο και στις θάλασσες.
Ταυτόχρονα όμως, μια άλλη ξεκινούσε...



Το 1965 ο κύπριος Ανδρέας Καριόλου σε κάποια από τις υποβρύχιες αναζητήσεις του για σφουγγάρια, εντόπισε το πλοίο σε βάθος 30 μέτρων. Οι αμφορείς του ακόμα και μετά από τόσα χρόνια ήσαν καλοδιατηρημένοι όπως και και το περιεχόμενό τους σε κάποιους από αυτούς.







ο 1968 ξεκινάει λοιπόν η υποβρυχιακή αρχαιολογική έρευνα από τον καθηγητή Michael Katzev (Uni. Texas) ο οποίος κατάφερε να διασώσει το 75% του σκάφους, διαπιστώνοντας οτι ήταν το αρχαιότερο ναυάγιο που είχε ποτέ εντοπιστεί. Η συναρμολόγηση του σκάφους έγινε στο κάστρο της Κερύνειας (από συνολικά 5.000 κομμάτια) και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο Μουσείο Μεσαιωνικού Κάστρου της κατεχόμενης Κερύνειας.



Έτσι επίσης ξεκίνησε και το “άλλο” ταξίδι του αρχαίου αυτού σκαριού. Εκείνο της ανακατασκευής του. Ήταν η πρώτη προσπάθεια πειραματικής αρχαιολογίας στον κόσμο (από πρότυπο πλοίο ηλικίας 2.500 χρόνων, το οποίο και ονοματίστηκε προς τιμήν του τόπου ανεύρεσης, Κερύνεια ΙΙ). Ήταν όμως ταυτόχρονα και το πρώτο πρόγραμμα του Ελληνικού Ινστιτούτου Προστασίας της Ελληνικής Ναυτικής Παράδοσης σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Αρχαιολογίας του Τέξας (Χάρης Τζάλας, Michael Katsev και Richard Steffy, ναυπηγός και επίσημος απεσταλμένος της UNESCO ο οποίος ανέλαβε τον σχεδιασμό).



Τον Νοέμβριο του 1982 και μέχρι τον Ιούνιο του 1985, η αναβίωση αυτού του παλιού σκαριού γίνεται στο ξυλοναυπηγείο του Μανώλη Ψαρρού στο Πέραμα με την παραδοσιακή κελυφική μέθοδο. Χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά ξύλο πεύκου και ακολουθήθηκε κάθε γνωστή λεπτομέρεια του τρόπου με τον οποίο οι αρχαίοι έλληνες συνήθιζαν να κατασκευάζουν τα πλοία τους. Οι συνδέσεις έγιναν με καβίλιες, και τα 5.000 καρφιά που χρησιμοποιήθηκαν ήσαν ορειχάλκινα φτιαγμένα στο χέρι. Το κατάρτι από μονοκόματο κορμό ερυθρής ελάτης με ύψος τα 11 μέτρα. Τα σχοινιά από φυτικές ίνες, και το πανί από λινό ύφασμα (για το οποίο έγινε ταξίδι θησαυρού για να βρεθεί τελικά το ανάλογο κομμάτι σε κάποια ξεχασμένη αποθήκη στην Σκωτία).



Η καθέλκυση του νέου σκαριού με το όνομα [b]Κερύνεια ΙΙ[/b], πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1985 όπου και για πρώτη φορά φούσκωσαν τα πανιά του για το δοκιμαστικό ταξίδι Πειραιάς-Σούνιο. Η διαδρομή έγινε σε χρονικό διάστημα 12 ωρών με μέσο όρο ταχύτητας τους 7-8 κόμβους και με την ελληνική σημαία στο κατάρτι του. Η απόπειρα στέφθηκε με επιτυχία και ενεγράφη στα νηολόγια Πειραιώς.



Έτσι στις 6 Σεπτέμβριου του 1986 ξεκινάει για το ζητούμενο της αρχικής απόπειρας ανακατασκευής, που δεν είναι άλλο από το μεγάλο ταξίδι Πειραιάς – Κύπρος, αποπλέοντας από το Μικρολίμανο με καπετάνιο τον ωκεανοπόρο Αντώνη Βασιλειάδη.









Το πλοίο έκανε σταθμούς στο Σούνιο, στην Κύθνο, στην Σύρο, στην Νάξο, στην Κω, στην Νίσυρο, στην Ρόδο, στην Ρω και στο Καστελλόριζο όπου και έπαιρνε συμβολικά φορτία και τοπικά προϊόντα. Στην Κυρά της Ρω σε μια πολύ συγκινητική ατμόσφαιρα, το πλήρωμα φυτεύει μιαν ελιά.



Στόχος ήταν να καταφέρουν να προσεγγίσουν το λιμάνι της Κερύνειας όπου βρίσκεται “φυλακισμένο” το Κερύνεια Ι, αλλά λόγω της τουρκικής κατοχής αυτό στάθηκε αδύνατο όσο κι αν το προσπάθησαν. Με μεγάλη απογοήτευση όπως μαρτυρεί το πλήρωμα, έφτασαν το απόγευμα της 2ας Οκτωβρίου του 1986 στον κόλπο των Κοραλλίων στην Πάφο όπου κάτοικοι και Αρχές το υποδέχθηκαν με μεγάλη συγκίνηση έχοντας διανύσει 595 ναυτικά μίλια σε 25 ημέρες. Η άφιξή του στην Πάφο, όπως είπε ο Χ. Τζάλας, Πρόεδρος του Ε.Ι.Π.Ν.Π., ήταν ένα "μήνυμα ελευθερίας και επιστροφής των προσφύγων στα χωριά τους". Συνέχισε την επίσκεψή του και σε άλλα “ελεύθερα” λιμάνια του νησιού με την ίδια πάντα συγκίνηση σε κάθε άφιξη (Λεμεσός, Λάρνακα, Αγία Νάπα, Πρωταράς, Αμαθούντας).



Τον Απρίλιο του 1987 ξεκινάει το ταξίδι της επιστροφής του στον Πειραιά, στην διάρκεια του οποίου δέχεται τρείς καταιγίδες και ανέμους που έφτασαν τα 10 μποφώρ. Υπήρξαν ζημιές οι οποίες επισκευάζονταν εν πλω από το πλήρωμα (εξαιρετικά επίπονο εγχείρημα), και κάποιες εντέλη στην Αστυπάλαια. Καπετάνιος της επιστροφής ήταν ο Γλαύκος Καριόλου (γιός του Ανδρέα Καριόλου) και τα λιμάνια που “έπιασε” ήταν η Λεμεσός, η Πάφος, η Ρόδος, η Νίσυρος, η Δονούσα, η Σύρος, η Κύθνος, η Κέα, το Σούνιο-Φλέβες και τέλος το λιμανάκι της Ζέας. Η διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής έφτασε τις 19 ημέρες, και η ταχύτητά του πλοίου τους 12(!) κόμβους, αντέχοντας παλληκαρίσια και έχοντας διανύσει συνολικά μιαν απόσταση 1.500 ναυτικών μιλίων.







Δείγμα της εξαιρετικής αρχαίας ναυπηγικής είναι το γεγονός οτι αμφορείς στο αμπάρι, δεν μετακινήθηκαν καθόλου παρ'όλες τις δύσκολες καιρικές συνθήκες, καθώς και το γεγονός οτι διατήρησε την στεγανότητά του. Το πείραμα αυτό έδειξε επίσης οτι το σκαρί μπορούσε να πλέει εγγύτερα του ανέμου από ό,τι πιστεύονταν. Για παράδειγμα τα σύγχρονα ιστιοφόρα (fore-and-aft sails) πλέουν από 40 με 50 μοίρες εκτός της πραγματικής πορείας ενώ το Κυρήνεια παρόλο του αναχρονιστικού τετράγωνου πανιού του, μπορούσε να πλέει ακόμα και σε 60 μοίρες κλίση, αποδεικνύοντας οτι η αρχαία τεχνική κατασκευής ήταν πολύ πιο ευέλικτη.



Αξίζει να σημειωθεί οτι ολόκληρο το ταξίδι έγινε δίχως χάρτες και σύγχρονα μέσα ναυσιπλοϊας.Μόνος οδηγός και κινητήρια δύναμη τα άστρα, ο αέρας, τα κουπιά και η ναυτοσύνη των ναυτικών του.



Αργότερα εκτέθηκε σε διάφορες ελληνικές και κυπριακές πόλεις αλλά και στο εξωτερικό όπως στην Ν. Υόρκη στις ΗΠΑ, στην Νάρα της Ιαπωνίας, στη Σεβίλλη της Ισπανίας και στο Αμβούργο στην Γερμανία. Αυτόν τον καιρό το Κερύνεια ΙΙ, εκτίθεται στο Μουσείο “Θάλασσα” στην Αγία Νάπα της Κύπρου, με την ελπίδα να συναντηθεί κάποια στιγμή με το αδέλφι του που βρίσκεται στο κατεχόμενο μουσείο της Κερύνειας.





 


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Μετά από 2.500 χρόνια ζυμώσεων το ροδίτικο κρασί θα ήταν φίνο!!!